Τα παιδιά που ζουν σε συνθήκες φτώχειας παρουσίασαν τα υψηλότερα ποσοστά αναπηρίας, αλλά όχι τη μεγαλύτερη αύξηση. Η έρευνα έδειξε ότι η μεγαλύτερη αύξηση του ποσοστού παρουσιάστηκε σε παιδιά που προέρχονταν από οικογένειες με υψηλό εισόδημα.
Η έρευνα, που έγινε με επικεφαλή ερευνήτρια την καθηγήτρια Amy J. Houtrow του Πανεπιστημίου Pittsburgh School of Medicine, έδειξε επίσης πως οι ειδικές ανάγκες που σχετίζονται με φυσικές-σωματικές αναπηρίες έχουν μειωθεί, ενώ οι ειδικές ανάγκες που σχετίζονται με νευροαναπτυξιακές διαταραχές ή με ψυχικά προβλήματα έχουν ραγδαία αύξηση, κυρίως στα παιδιά κάτω των 6 ετών. Περίπου 6 εκατομμύρια παιδιά διαγνώσθηκαν με κάποια μορφή αναπηρίας κατά την περίοδο 2009-2010, δηλαδή ένα εκατομμύριο περισσότερα παιδιά από τον αντίστοιχο αριθμό κατά την περίοδο 2001-2002.
Η Δρ. Houtrow και οι συνεργάτες της θέλησαν να εξετάσουν πιο προσεκτικά τις συνθήκες και τους κοινωνικο-δημογραφικούς παράγοντες που σχετίζονται με την αναπηρία. Έτσι, ανέλυσαν δεδομένα από την National Health Interview Survey που συλλέχθηκαν κατά την χρονική περίοδο 2001-2002 και τα στοιχεία της έρευνας την περίοδο 2009-2010. Συνολικά συμμετείχαν 102.468 γονείς παιδιών ηλικίας από 0-17 ετών. Οι ερευνητές κατέταξαν τις συνθήκες αυτές σε 3 κατηγορίες: φυσικές, νευροαναπτυξιακές/ψυχικής υγείας και άλλης μορφής συνθήκες. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι το ποσοστό των παιδιών με αναπηρία έχει αυξηθεί κατά 16,3 τοις εκατό. Όπως τόνισε η ερευνήτρια Δρ. Houtrow η έρευνα δεν μπορεί να δείξει την αιτία αυτής της αύξησης, και γι’ αυτό είναι απαραίτητο να γίνουν κι άλλες έρευνες για να απαντηθούν τα ερωτήματα αυτά.