Σε ένα τέτοιο περιβάλλον μάθησης, ο εκπαιδευτικός έχει έναν πολυσύνθετο και πολυδιάστατο ρόλο. Ως ηγέτης σε μια αποτελεσματική σχολική αίθουσα, έχει κύριο μέλημα την παροχή ίσων ευκαιριών προς όλους τους μαθητές. Η διδασκαλία του καλείται να ανταποκριθεί στις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες τους, με αποτέλεσμα το αναλυτικό πρόγραμμα και τα εγχειρίδια να διαφοροποιούνται και να αξιοποιούνται ανάλογα. Συνεπώς, η επαρκής κατάρτισή του αναδεικνύεται ζωτικής σημασίας, για τη βελτίωση των πρακτικών και των μεθόδων του.
Οι σύγχρονοι εκπαιδευτικοί έχουν χρέος να γνωρίζουν πώς να διδάσκουν σε τάξεις μεικτής ικανότητας. Για την υλοποίηση της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης χρειάζεται σωστός προγραμματισμός της διδασκαλίας σε σταδιακά βήματα, ώστε να υφίσταται ταυτόχρονα συνδυασμός της εξατομίκευσης και της προσφοράς ενός κοινού προγράμματος. Η διαφοροποιημένη διδασκαλία μπορεί να αποτελέσει την απάντηση σε προβλήματα που σχετίζονται με την αυξανομένη διαφορετικότητα. Στην επιτυχία της συμβάλλει η ικανότητα του εκπαιδευτικού να κάνει αυτοκριτική στην πορεία της διδασκαλίας, ώστε να έχει ανατροφοδότηση και να διαφοροποιεί κατάλληλα τις στρατηγικές του. Ειδικότερα, είναι απαραίτητη η ανάπτυξη ενός μεγαλύτερου ρεπερτορίου τεχνικών διδασκαλίας, εναλλακτικών διδακτικών και διοικητικών μεθόδων και ποικίλων τρόπων μάθησης. Όλα συνάδουν στην εύρεση τρόπων για την δημιουργία ιδανικών συνθηκών, που θα διευκολύνουν και θα υποστηρίζουν την μάθηση σε όλα τα παιδιά ανεξαιρέτως, σύμφωνα με την ιδεολογία της συμπερίληψης.
Συχνά, οι συμπεριληπτικές προσπάθειες έρχονται αντιμέτωπες με δυσκολίες, διλήμματα και εναντιώσεις. Η σωστή αντιμετώπιση, όμως, είναι η συνεχής αναζήτηση τρόπων, για να προασπίσουμε τα δικαιώματα των παιδιών και να τα συμπεριλάβουμε όλα στο σχολείο της γειτονιάς τους. Δεν ευθύνονται αυτά για το ότι εμείς, πρώτα, αγνοούμε τις μεθόδους για την επιτυχή στήριξή τους στη μαθησιακή διαδικασία. Ο στόχος μας είναι να υπερπηδήσουμε τα εμπόδια και να προωθήσουμε μια συμπεριληπτική εκπαίδευση, που «αγκαλιάζει» όλα τα παιδιά, στο πλαίσιο της οποίας η ανάπτυξη συμπεριληπτικών εκπαιδευτικών πρακτικών κρίνεται αναγκαία. Το σχολείο για όλους δεν υλοποιείται από την απόφαση που λαμβάνουν εξωσχολικοί παράγοντες, αλλά από τους άμεσα συμμετέχοντες στη σχολική διαδικασία, όπως είναι οι μαθητές, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί. Πράγματι , αν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί αποτύχουν στο να δουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα παιδιά, μπορεί να δράσουν πολύ καθυστερημένα.
Όπως προκύπτει, η συμπεριληπτική εκπαίδευση σχετίζεται με τη μάθηση και τη συμμετοχή, την αποδοχή κάθε είδους ετερότητας, με το σχολείο ως ολότητα, το οποίο ανταποκρίνεται στο σύνολο των μαθητών. Η έννοια της συνεκπαίδευσης δηλώνει με ακρίβεια αυτό που όλα τα παιδιά έχουν ανάγκη, δηλαδή να συνυπάρχουν στα ίδια σχολεία, μέσα στις ίδιες τάξεις και μαζί με τους συμμαθητές τους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως πρόκειται για μια διαδικασία αέναη, μια προσέγγιση προς την εκπαίδευση, μέσα από την όποια επιδιώκεται ο κάθε μαθητής να αναπτύξει τις πραγματικές κλίσεις και ικανότητές του και να γίνει ένας αυθύπαρκτος άνθρωπος. Τα διάφορα εκπαιδευτικά συστήματα μπορούν και πρέπει να μειώνουν τον αποκλεισμό και να εμπλουτίζονται με πιο συμπεριληπτικές πρακτικές. Η επίτευξη μιας ποιοτικής εκπαίδευσης που κατοχυρώνει ίσα δικαιώματα σε όλους, διαπλάθει ένα θετικό κι υγιές περιβάλλον όχι μόνο για τη σημερινή γενιά, αλλά και τις επερχόμενες. Η συμπεριληπτική ουτοπία μπορεί να γίνει μια απτή πραγματικότητα, αρκεί να διεκδικήσουμε το σχολείο που μας αξίζει με αγάπη.
Σοφία Πιρπίλη
Φιλόλογος / Ειδική Παιδαγωγός