Κατά τη διάρκεια της προσχολικής ηλικίας, δηλαδή 2 έως 6 ετών περίπου, τα παιδιά μαθαίνουν να συναναστρέφονται με ολοένα και περισσότερα άτομα, η γλώσσα αναπτύσσεται και οι επικοινωνιακές δεξιότητες εξελίσσονται.
Καθώς, λοιπόν, όλα είναι πρωτόγνωρα για ένα παιδί προσχολικής ηλικίας, η αντιμετώπιση του από τους ενήλικες χρειάζεται να είναι αντίστοιχη των γνωστικών και κοινωνικών του ικανοτήτων. Ωστόσο, με δεδομένο ότι όλα τα παιδιά είναι διαφορετικά, εκτός από τις γενικές αρχές επικοινωνίας, είναι απαραίτητο να εκτιμάται και η προσωπικότητα κάθε παιδιού, προκειμένου να επικοινωνήσουμε όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα.
Σε πρώτο πλαίσιο και σύμφωνα με τις ικανότητες ενός παιδιού προσχολικής ηλικίας κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας χρειάζεται:
-
να μιλάμε αργά και με απλή, τονισμένη ομιλία στο επίπεδο του βλέμματος του παιδιού,
-
να δίνουμε στο παιδί το χρόνο να επεξεργαστεί αυτά που του λέμε, είτε να επαναλαμβάνουμε, όπου χρειάζεται, είτε να επαναδιατυπώνουμε τα λεγόμενά μας, ώστε να γίνουν πιο κατανοητά,
-
να εκτιμήσουμε το χρονικό διάστημα που μπορεί να δώσει την προσοχή το παιδί και να το τηρήσουμε (για παράδειγμα, ένα παιδί 2 ετών δεν μπορεί να δώσει προσοχή παραπάνω από λίγα λεπτά σε κάποιον που του μιλάει),
-
να επαναδιατυπώνουμε με το σωστό τρόπο τις λέξεις που εκφέρει λάθος ή παραλλαγμένες (για παράδειγμα, το «θέλω να πάμε άτα», το επαναδιατυπώνουμε σε «θέλεις να πάμε βόλτα;»),
-
να περιγράφουμε τις δικές μας αλλά και τις δικιές του πράξεις, ώστε να επεκτείνουμε το λεξιλόγιο του αλλά και τις γνώσεις του,
-
να δίνουμε την ευκαιρία στο παιδί να απαντάει σε ανοιχτές ερωτήσεις («Τι είναι αυτό»;, «Τι θέλεις»;) και να αποφεύγουμε ερωτήσεις κλειστού τύπου που το παιδί απαντά με ναι ή όχι,
-
να διατυπώνουμε μια ερώτηση τη φορά και όχι πολλές μαζί, γιατί το παιδί προσχολικής ηλικίας δεν είναι σε θέση να επεξεργαστεί πλήθος πληροφοριών και να συγκρατήσει στη μνήμη του πολλές ερωτήσεις,
-
να εξηγούμε στο παιδί το σωστό, όταν λέει κάτι που είναι λάθος, χωρίς όμως να ασκούμε κριτική και να το αποθαρρύνουμε,
-
να ενισχύουμε το παιδί να μιλήσει για τα συναισθήματά του («Τι νιώθεις αυτή τη στιγμή»;),
-
να διευρύνουμε τον κοινωνικό του κύκλο και να το παροτρύνουμε να επικοινωνεί με όλα τα μέλη της οικογένειας και του περιβάλλοντός του.Με λίγα λόγια, η επικοινωνία με ένα παιδί προσχολικής ηλικίας χρειάζεται να γίνεται σύμφωνα με το γνωστικό και γλωσσικό επίπεδο του παιδιού και κυρίως να προσαρμοζόμαστε στη προσωπικότητα του παιδιού, καθώς σε ένα παιδί που φωνάζει δεν απαντάμε με φωνές αλλά με ήρεμο και σταθερό τόνο φωνής και σε ένα παιδί που ντρέπεται να μιλήσει, δίνουμε ερεθίσματα για να εκφραστεί.