είναι μια από τις πιο συχνά εμφανιζόμενες συμπεριφορικές διαταραχές και η συχνότερη νευροαναπτυξιακή διαταραχή της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, που κατά το ICD-10 χαρακτηρίζεται από ακατάλληλη για την ηλικία και το αναπτυξιακό επίπεδο του παιδιού Απροσεξία, Υπερκινητικότητα και Παρορμητικότητα.
Ένα μεγάλο ποσοστό (65% περίπου) των παιδιών με ΔΕΠΥ εμφανίζουν επίσης μια ή περισσότερες συνυπάρχουσες διαταραχές. Γίνεται αντιληπτό πως η συννοσηρότητα για τη ΔΕΠΥ της παιδικής ηλικίας είναι σχεδόν ο κανόνας.
Τα τελευταία χρόνια οι ερευνητές που ασχολούνται με τη ΔΕΠΥ εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στη σχέση της με τις Διαταραχές Ύπνου. Αν και η σχέση των δύο διαταραχών είναι σαφής, προς το παρόν δεν έχουν κατανοηθεί τα αίτια αυτής της σχέσης. Πολλά παιδιά ή έφηβοι με ΔΕΠΥ δυσκολεύονται να κοιμηθούν, να παραμείνουν κοιμισμένοι ή να ξυπνήσουν το πρωί. Πολύ συχνά δυσκολεύονται να ηρεμήσουν μόλις βρίσκονται στο κρεβάτι. Ακόμα κι όταν το παιδί καταφέρει να μείνει ξαπλωμένο για ώρα, δυσκολεύεται να κοιμηθεί μιας και δεν μπορεί να σταματήσει να σκέφτεται. Καθ’ όλη τη νύχτα βιώνει ανησυχία ή ξυπνά πολύ συχνά.
Τα παιδιά με ΔΕΠΥ μπορεί να παρουσιάζουν δυσκολίες αυτορύθμισης. Έτσι, δυσκολεύοναι να προετοιμάσουν τον εαυτό τους για ύπνο και να μετριάσουν την υπερκινητικότητά τους. Επίσης, είναι πιο επιρρεπή σε εφιάλτες, ενούρηση και διαταραχές ύπνου, όπως το σύνδρομο ανήσυχων ποδιών. Πολλά παιδιά με ΔΕΠΥ έχουν και προβλήματα άγχους, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω. Το αίσθημα του άγχους μεγαλώνει τις βραδινές ώρες, καθώς δεν υπάρχουν πολλές δραστηριότητες ώστε να τους αποσπάται η προσοχή.
Όλες αυτές οι συνθήκες κατά τη διάρκεια της νύχτας μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα και την ημέρα, όπως υπνηλία το πρωί ή δυσκολία στο να ξεκινήσουν μια δραστηριότητα και να παραμείνουν σε εγρήγορση όλη την ημέρα.
Φώτης Παπαναστασίου
Ειδικός Παιδαγωγός – Συγγραφέας