ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ

Μέσω κανόνων

 

Πλεονεκτήματα: κέρδος χρόνου, δυνατότητα επαναλήψεων, εκμετάλλευση των γνωστικών ικανοτήτων των μαθητών, λιγότερη διδακτική προετοιμασία.

 

Μειονεκτήματα: απαιτεί χρήση μεταγλώσσας, αξιοποιείται στο δασκαλοκεντρικό μοντέλο, συνιστά μονοδιάστατη σύλληψη της γλώσσας ως συστήματος κανόνων.

 

Μέσω προτασιακών παραδειγμάτων και κειμένων

 

Πλεονεκτήματα: ανακαλυπτική μέθοδος, ενεργητική μάθηση, μαθησιακά κίνητρα και προσέλκυση μαθητικού ενδιαφέροντος, εξατομίκευση μάθησης, καλύτερη απομνημονευσιμότητα.

 

Μειονεκτήματα: σπατάλη διδακτικού χρόνου, κόπος προετοιμασίας, δυσκολία εύρεσης των κατάλληλων παραδειγμάτων και κειμένων.

 

Στη σύγχρονη εκπαίδευση, η διδασκαλία της γραμματικής επιτελείται με στόχο την ενίσχυση της επικοινωνιακής ικανότητας των μαθητών. Η παραπάνω διδακτική αρχή γίνεται προσπάθεια να εφαρμοστεί από τα νέα σχολικά εγχειρίδια. Τα θετικά στοιχεία που επιφέρουν τα γλωσσικά βιβλία στη γραμματική διδασκαλία είναι τα ακόλουθα:

 

  • Σύμφωνα με τα σύγχρονα διδακτικά δεδομένα και τις επιταγές των ΑΠΣ, η παρουσίαση των γραμματικών φαινομένων δεν αφορά μόνο στη δομή και τους κανόνες, αλλά και στη λειτουργία και την επικοινωνιακή χρήση τους, όπως και στους εναλλακτικούς τρόπους πραγμάτωσης μιας γλωσσικής πράξης.

Άρα, η γραμματική παρουσιάζεται ως δομή, ως λειτουργία και μέσο επιτέλεσης επικοινωνιακών πράξεων, ως μέσο υφολογικής διαφοροποίησης και ως μέσο κειμενικής συνοχής και μηχανισμός κειμενικής διαφοροποίησης.

  • H διδασκαλία των γραμματικών δομών και κανόνων φαίνεται να είναι, ιδιαίτερα στις μικρότερες τάξεις, επαγωγική, καθώς ξεκινάει από σχετικά παραδείγματα που λαμβάνονται από τα κείμενα της ενότητας (άρα, είναι συγκειμενοποιημένα, όπως επιτάσσει η σύγχρονη, επικοινωνιακά προσανατολισμένη, γλωσσική διδακτική). Ωστόσο, στις μεγαλύτερες τάξεις, επειδή τα περισσότερα φαινόμενα συνίστανται «σε ανακεφαλαίωση και ολοκλήρωση της προβλεπόμενης ύλης», άρα δεν είναι άγνωστα, η παρουσίαση των γραμματικών φαινομένων και μηχανισμών παίρνει μία περισσότερο παραγωγική μορφή.
  • Η επαγωγική μέθοδος γραμματικής διδασκαλίας που ακολουθούν τα νέα εγχειρίδια δε συνιστά διαισθητικού τύπου ανακάλυψη από τους μαθητές των γραμματικών κανόνων και συστημάτων μέσω συγκεκριμένων παραδειγμάτων και κειμένων. Αντίθετα, οι μαθητές συνάγουν και επεξεργάζονται στα βιβλία τους γλωσσικούς κανόνες σαφώς διατυπωμένους, με στόχο την καλλιέργεια της συνειδητοποίησης των γραμματικών κανόνων, σύμφωνα με τις αντιλήψεις όλο και περισσότερων ειδικών της εφαρμοσμένης γλωσσολογίας. Οι κανόνες χαρακτηρίζονται από απόλυτη σαφήνεια και απλότητα, χωρίς περιττά στοιχεία, περιγράφοντας με σχετική ακρίβεια τις γραμματικές δομές και τους κανόνες της ελληνικής γλώσσας. Το γεγονός ότι σε μεγάλο βαθμό κινούνται στα παραδοσιακά πλαίσια γραμματικής περιγραφής στερεί την παρουσίαση των δομών από ακόμη μεγαλύτερο βαθμό ακριβείας (π.χ. η μονόδρομη αντιστοίχιση του ενεστώτα με το παρόν και του αορίστου με το παρελθόν).
  • Η εμπέδωση των γραμματικών φαινομένων και μηχανισμών επιτελείται μέσω των ελεύθερων επικοινωνιακών δραστηριοτήτων παραγωγικής μορφής, αλλά και μέσω ελεγχόμενων μηχανιστικών ή προτασιακών ασκήσεων, ώστε να διασφαλιστεί η συνειδητοποίηση και η ακριβής χρήση των διδασκόμενων δομών και λειτουργιών.
  • Τέλος, όπως είναι γνωστό εδώ και δεκαετίες, η γραμματική δε συνιστά αυτόνομο γνωστικό αντικείμενο, αλλά εντάσσεται στο γλωσσικό μάθημα ως ένας από τους τομείς που συνθέτουν την επικοινωνιακή ικανότητα του ατόμου (όπως είναι και το λεξιλόγιο, η παραγωγή και η κατανόηση λόγου κλπ).

 

ΕΙΔΗ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΩΝ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

 

Παραδοσιακή: ρυθμιστική, εννοιολογική, καθολικισμός, ελληνοκεντρισμός, σύγχυση συγχρονίας και διαχρονίας

 

Δομιστική: έμφαση στη λέξη, επίκεντρο η μορφολογία, περιγραφική, μορφοκρατική, σχετικισμός, συγχρονική

 

Γενετική –Μετασχηματιστική: έμφαση στην επιφανειακή δομή της πρότασης, μελετά όλα τα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης, ερμηνευτική, καθολικισμός, έμφαση στη βαθιά δομή της πρότασης, μελετά όλα τα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης

 

Το γλωσσικό λάθος

 

Κατά τη γλωσσική επικοινωνία, δηλαδή κατά την παραγωγή και πρόσληψη προφορικού και γραπτού λόγου, είναι φυσικό οι ομιλητές κάθε γλώσσας να υποπίπτουν σε λάθη, τα οποία οφείλονται σε διάφορους λόγους. Με τον όρο γλωσσικό λάθος εννοούνται σε γενικές γραμμές τα ακόλουθα:

 

  1. Η παραγωγή αντιγραμματικών δομών, με άλλα λόγια ο σχηματισμός γλωσσικών λέξεων, φράσεων ή προτάσεων που παραβιάζουν τους φωνολογικούς, μορφολογικούς, συντακτικούς, σημασιολογικούς κανόνες της γλώσσας,
  2. Η παραγωγή γραμματικών αλλά μη αποδεκτών δομών, σε συνάρτηση με την επικοινωνιακή περίσταση και τους καταστασιακούς παράγοντες και τους πραγματολογικούς περιορισμούς της γλωσσικής επικοινωνίας,
  3. Η απόδοση μη κατάλληλου ή μη αποδεκτού νοήματος σε συγκεκριμένη λέξη, πολυλεκτικό σύνθετο (σύμφραση), φράση ή εκφώνημα, με αποτέλεσμα την παρερμηνεία της ή τη μη κατανόηση της περιγραφικής ή συνυποδηλωτικής σημασίας της.

 

Κριτήρια καθορισμού της γραμματικότητας και της αποδεκτότητας των γλωσσικών εκφορών είναι μεταξύ άλλων η διαίσθηση του φυσικού ομιλητή, σύμφωνα με γενετική - μετασχηματιστική θεωρία, όπως και οι στάσεις και οι προκαταλήψεις του για τη γλώσσα. Συνεπώς, ο προσδιορισμός της έννοιας του γλωσσικού λάθους και ο χαρακτηρισμός ενός τύπου ή μιας δομής ως ορθής, αποδεκτής ή εσφαλμένης είναι σε μεγάλο βαθμό υποκειμενική διαδικασία. Η ανάλυση των γλωσσικών σφαλμάτων των φυσικών ομιλητών είναι πολύ χρήσιμη τόσο για το θεωρητικό γλωσσολόγο, όσο και για τον ειδικό της γλωσσικής διδακτικής, καθώς μέσω αυτής της διαδικασίας:

 

  1. Αποκαλύπτονται οι μηχανισμοί της γλωσσικής εξέλιξης και των δομικών μεταβολών σε συγχρονική και διαχρονική διάσταση,
  2. Επιτελείται αποτελεσματικότερη κατανόηση της λειτουργίας του γλωσσικού συστήματος,
  3. Είναι δυνατό να διαγνωστεί το επίπεδο της γλωσσικής ικανότητας των φυσικών ομιλητών, να φωτιστούν οι διαδικασίες και οι στρατηγικές της πορείας της ενεργητικής απόκτησης της γλώσσας και να κατανοηθεί ο τρόπος σκέψης τους, στοιχεία απαραίτητα στη διδακτική διαδικασία.

 

Ανάλυση και τυπολογία των γλωσσικών λαθών

 

Με το γενικό όρο ανάλυση των γλωσσικών σφαλμάτων εννοείται η διαδικασία περιγραφής, ερμηνείας και ταξινόμησης των λαθών των ομιλητών της πρώτης ή της δεύτερης γλώσσας βάσει των αρχών απόκτησης και εκμάθησής της από τους φυσικούς ομιλητές. Βάσει των πορισμάτων σύγχρονης εφαρμοσμένης γλωσσολογίας και της γλωσσικής διδακτικής, όπως και των θεωριών της γλωσσικής απόκτησης, η ανάλυση των λαθών στην πρότυπη γλώσσα συνίσταται:

 

1. Στην περιγραφή της διαγλώσσας των ομιλητών και της σύγκρισής της με την πρότυπη γλώσσα, ώστε να εντοπιστούν οι αποκλίσεις και τα αίτιά τους. Με τον όρο διαγλώσσα εννοούνται εκείνα τα ενδιάμεσα στάδια της απόκτησης της πρότυπης γλώσσας, τα οποία βρίσκονται μεταξύ της πλήρους άγνοιάς της και της επαρκούς           κατοχής της. Με άλλα λόγια χρησιμοποιώντας τον όρο διαγλώσσα (τον οποίο δανειζόμαστε από τα ερευνητικά πορίσματα της κατάκτησης της δεύτερης γλώσσας) αναφερόμαστε:

  • στο σύνολο των γραμματικών και λεξιλογικών τύπων που οι ομιλητές της πρότυπης γλώσσας έχουν αποκτήσει στο συγκεκριμένο στάδιο εκμάθησής της, στο οποίο βρίσκονται, όπως και στις στρατηγικές γλωσσικής εκμάθησης που χρησιμοποιούν,
  • στο δυναμικό, ρευστό και εξελισσόμενο, αλλά πιο περιορισμένο και δομικά απλούστερο (σε σύγκριση με την πρότυπη γλώσσα) σύστημα γλωσσικών στοιχείων και κανόνων που συνιστούν την εσωτερική γραμματική του κάθε ατόμου σε κάθε στάδιο της αναπτυξιακής πορείας απόκτησης της πρότυπης γλώσσας, το οποίο τοποθετείται μεταξύ της αρχικής φάσης, όπου ο ομιλητής κατέχει αποκλειστικά τη μητρική του διάλεκτο, και της τελικής φάσης, όπου λέγει η αναπτυξιακή πορεία γλωσσικής εκμάθησης, καθώς ο ομιλητής έφτασε στο στάδιο της γλωσσικής επάρκειας. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η διαγλώσσα συνιστά τη μεταβατική εσωτερική γλώσσα, δηλαδή το πεπερασμένο σύστημα κανόνων που έχει αποκτήσει ο ομιλητής σε συγκεκριμένο αναπτυξιακό στάδιο, το οποίο καθορίζει το συνδυασμό ήχων και σημασιών για την παραγωγή εκφωνημάτων.

 

2. Στην ανάλυση της χρήσης της πρότυπης γλώσσας από τους ομιλητές της σε συγκεκριμένες επικοινωνιακές περιστάσεις, δηλαδή της επικοινωνιακής εφαρμογής του γλωσσικού συστήματος που έχουν κατακτήσει στο συγκεκριμένο στάδιο διαγλωσσικής κατάστασης όπου βρίσκονται, την αποκαλούμενη από τον Chomsky εξωτερική     γλώσσα.

 

3. Στη διερεύνηση της επικοινωνιακής δεξιότητας των ομιλητών της πρότυπης γλώσσας στα διάφορα στάδια της πορείας απόκτησης της τελευταίας, δηλαδή, στην εξέταση της γνώσης από τους ομιλητές της λειτουργίας των γλωσσικών στοιχείων και δομών και της αποτελεσματικής χρήσης τους στην επικοινωνία: πιο συγκεκριμένα,     η επικοινωνιακή ικανότητα συνίσταται στην κειμενική ικανότητα, δηλαδή στην ικανότητα παραγωγής γραπτών και προφορικών κειμένων κάθε κειμενικού είδους με συνοχή, συνεκτικότητα και καταλληλότητα υφολογικών επιλογών ανάλογα με την επικοινωνιακή περίσταση, προσλεκτική ικανότητα, δηλαδή την ικανότητα                 επιτέλεσης αποτελεσματικών γλωσσικών επιλογών ανάλογα με τις επικοινωνιακές λειτουργίες που προτίθεται να υλοποιήσει ο πομπός, και κοινωνιογλωσσική ικανότητα, δηλαδή ικανότητα προσαρμογής των γλωσσικών και υφολογικών επιλογών στα κοινωνιογλωσσικά δεδομένα της επικοινωνιακής περίστασης (ηλικία, κοινωνική       θέση και επαγγελματική σχέση πομπού και δέκτη, επισημότητα ή οικειότητα της επικοινωνίας κλπ.).

 

4. Στην εξέταση της λεξικής ικανότητας των ομιλητών κατά  τη μετάβαση από τα διάφορα στάδια της γλωσσικής τους ανάπτυξης, δηλαδή στη διακρίβωση της ποσότητας και της ποιότητας του λεξιλογίου που έχουν αποκτήσει σε κάθε αναπτυξιακή φάση.

 

5. Στη διερεύνηση της ορθογραφικής ικανότητάς τους και γενικότερα στην ικανότητα χρήσης του συστήματος γραφής και γνώσης των κανόνων του.

 

Η ανάλυση των γλωσσικών λαθών στηριζόμενη στα ευρήματα των παραπάνω διαδικασιών (περιγραφή της διαγλώσσας, της γλωσσικής χρήσης και της επικοινωνιακής δεξιότητας των ατόμων που αποκτούν την πρότυπη γλώσσα) προβαίνει στις παρακάτω δραστηριότητες:

 

  1. Αναζήτηση των αιτίων των γλωσσικών σφαλμάτων των ομιλητών και κατηγοριοποίησή τους.
  2. Ταξινόμηση των λαθών με κριτήριο το επίπεδο γλωσσικής ανάλυσης όπου απαντούν και τη γραμματική κατηγορία όπου ανήκουν.
  3. Αξιολόγηση της επικοινωνιακής βαρύτητας και της σπουδαιότητας των σφαλμάτων για την κοινωνική αξιολόγηση των ομιλητών και κατηγοριοποίησή τους βάσει αυτής.
  4. Κατηγοριοποίηση των λαθών βάσει των χαρακτηριστικών των ομιλητών (ηλικία, φύλο, μητρική διάλεκτος), ώστε να σχεδιαστούν και να οργανωθούν οι κατάλληλες διδακτικές παρεμβάσεις.

 

Πηγή: http://olgamousiou.gr